Back Up Next
Million Dollar Baby

Million Dollar Baby

ΗΠΑ, 2004. Σκηνοθεσία: Κλιντ Ιστγουντ. Σενάριο: Πολ Χάγκις. Ηθοποιοί: Κλιντ Ιστγουντ, Χίλαρι Σουάνκ, Μόργκαν Φρίμαν. 133 λεπτά.

 Η σχέση πατέρα-κόρης που αναπτύσσεται ανάμεσα σ' έναν ηλικιωμένο προπονητή του μποξ και μια νέα γυναίκα που θέλει να γίνει μποξέρ, σε μια τρυφερή, αριστουργηματική ταινία. Εξοχες όλες οι ερμηνείες.

 Με κάθε καινούργια ταινία του ο Κλιντ Ιστγουντ επιβεβαιώνει πως σήμερα είναι ένας από τους δυο τρεις πιο σημαντικούς σκηνοθέτες του αμερικανικού κινηματογράφου, συνεχιστής του έργου μεγάλων δημιουργών, όπως ο Τζον Φορντ ή ο Κινγκ Βίντορ. Στο «Million Dollar Baby», 25η σκηνοθετική δουλειά του Ιστγουντ, υποψήφια για 7 Οσκαρ, ο δημιουργός του περσινού αριστουργήματος «Σκοτεινό ποτάμι» επικεντρώνει το ενδιαφέρον του στη σχέση πατέρα-κόρης, που σταδιακά αναπτύσσεται ανάμεσα στον ηλικιωμένο προπονητή του μποξ, Φράνκι (ένας εκπληκτικός Ιστγουντ σε μια οσκαρική ερμηνεία), και την 31χρονη Μάγκι (άλλη εκπληκτική ερμηνεία από τη Χίλαρι Σουάνκ, υποψήφια για το Οσκαρ ερμηνείας), που θέλει να εγκαταλείψει τη μίζερη δουλειά της γκαρσόνας και να γίνει πρωταθλήτρια του μποξ. Υπάρχει ακόμη κι ένας τρίτος χαρακτήρας, ο Σκραπ, παλιός μποξέρ (Μόργκαν Φρίμαν, υποψήφιος για το Οσκαρ β' ρόλου) και τώρα συνεργάτης του Φράνκι, αλλά και άνθρωπος για όλες τις πρακτικές δουλειές, που ζει στον χώρο του γυμναστηρίου.

 Η ιστορία της Μάγκι είναι εκείνη του ανθρώπου ο οποίος είναι αποφασισμένος να πετύχει στη ζωή του, με άλλα λόγια να υλοποιήσει το αμερικανικό όνειρο, με τραγικά όμως, όπως θα δούμε στη συνέχεια, αποτελέσματα. Με βάση ένα σφιχτοδεμένο σενάριο του Πολ Χάγκις, ο 74χρονος σήμερα Ιστγουντ αντιμετωπίζει τα πρόσωπά του με διαύγεια και ειλικρίνεια, χωρίς συναισθηματισμούς ή σχηματικότητα, με μια δύναμη, πρέπει να πω, σπάνια στον αμερικανικό κινηματογράφο. Φτάνει ν' αναφέρω τη σκηνή της πρώτης του συνάντησης με τη Μάγκι ή εκείνη όταν η Μάγκι τον παίρνει μαζί της στην επίσκεψή της στην κάθε άλλο παρά φιλική οικογένειά της. Ή ακόμη εκείνες του φινάλε με τον Φράνκι ν' αντιμετωπίζει τους δισταγμούς του, αλλά και αισθήματα που μέχρι τότε αρνιόταν να εξωτερικεύσει.

 Ο ίδιος ο Ιστγουντ (συνθέτης και της μουσικής της ταινίας) στον ρόλο του μοναχικού, παθιασμένου με την ποίηση του Γέιτς, Φράνκι, ιδιοκτήτη του γυμναστηρίου σε υποβαθμισμένη περιοχή του Λος Αντζελες, έχει όχι μόνο την ηλικία του χαρακτήρα του, αλλά και τα αισθήματα, μαζί και τις ενοχές για μια αποξενωμένη κόρη, τις κινήσεις και την όλη συμπεριφορά του, από τις εκφράσεις και τις αντιδράσεις του (η κάμερα συχνά πλησιάζει το γερασμένο, χωρίς φτιασίδια, πρόσωπό του για να τις καταγράψει με επιμονή και ακρίβεια) μέχρι το ιδιόμορφο χιούμορ του (οι σκηνές με τον παπά της συνοικίας του είναι από τις πιο απολαυστικές). Με μια παρόμοια προσέγγιση αντιμετωπίζει τον ρόλο της η Χίλαρι Σουάνκ: με εσωτερικό πάθος και επιμονή, άλλοτε με νεύρο κι άλλοτε με μια, το ίδιο σε δύναμη, ακινησία. Στο ίδιο επίπεδο κινείται και ο Σκραπ του Μόργκαν Φρίμαν, που, εκτός από καλόκαρδος συνεργάτης του Φράνκι, με την πείρα της ζωής που τον έχει οδηγήσει σε πρακτική σοφία, κάνει και τον αφηγητή της ταινίας.

 Η σκηνοθεσία του Ιστγουντ έχει τη σιγουριά και την ωριμότητα που συναντάμε στους μεγάλους δημιουργούς. Η κάθε σκηνή του είναι στημένη με σιγουριά και έμπνευση, με στόχο πάντα να προωθήσει την πλοκή, χωρίς όμως ποτέ να αγνοεί (σφάλμα στο οποίο πέφτουν συχνά πολλοί) την ανάπτυξη των χαρακτήρων, δημιουργώντας σταδιακά τη σκοτεινή ατμόσφαιρα της ταινίας μέχρι το λυτρωτικό φινάλε, κι όπου η βία, αν και δεν δίνεται τόσο άμεσα όσο στους «Ασυγχώρητους» ή στο «Σκοτεινό ποτάμι», αποκτά τελικά την ίδια δύναμη. Ενα απλό, μεγάλο, τρυφερό, συγκινητικό, σπάνιο αριστούργημα, που του αξίζουν αρκετά Οσκαρ. Αναμφισβήτητα η καλύτερη ταινία για το μποξ από την εποχή της «Βρώμικης πόλης» του Χιούστον και του «Οργισμένου ειδώλου» του Σκορσέζε.

 Mόνοι είναι οι γενναίοι!

 Με την υπέρτατη ελεγεία «Μillion dollar baby» και με τη δική μου υποσημείωση this baby is not for sale (αυτό το μωρό δεν είναι για πούλημα), ο καουμπόη «βρώμικος Xάρι» αναδεικνύεται σε ρόλο Nώε της κιβωτού του κλασικού και αθάνατου αμερικανικού κινηματογράφου!

 Όλα ανατρέπονται, αποδιαρθρώνονται, καταλύονται. Το λέει και «καθαρίζει» με μια φράση ο Εφ Εξ Τουλ, συγγραφέας του ομότιτλου διηγήματος και κληρονόμος της αμερικανικής λογοτεχνικής παράδοσης, μοναδικής στην οικονομία του λόγου «H πυγμαχία είναι αφύσικη, γι' αυτό όλα γίνονται αντίστροφα».

Και πράγματι όλα αντιστρέφονται. Το ρινγκ από πεδίο άγριας αντιπαράθεσης παίρνει το σχήμα της καρδιάς. H πυγμαχία από ανδρικό στο αντιθετό του, το γυναικείο, επομένως καθολικό σπορ. Το κίνητρο του χρήματος να μετασχηματίζεται σε ολοκληρωμένο σύστημα ηθικής. Το γυμναστήριο σε προπονητικό κέντρο αισθημάτων. Ο ψυχρός προπονητής σε Πυγμαλίωνα μιας ηρωικής εποχής. H πυγμάχος σε ακατάβλητο φορέα ενός μαχόμενου λαού. Και εν τέλει μια ταινία προορισμένη σε ρόλο δονητή βίας να μεταμορφώνεται σε αισθηματικό δράμα δωματίου. Όλα βιωματικά μέχρι τελευταίας ρανίδας αίματος και νοσταλγίας. Ανυπόφορη νοσταλγία. Τόσο που η ανάσα σου να κοπανάει το στήθος σου και μια φωνή από το παρελθόν, με άρωμα φιλμ νουάρ και ηρωισμό γουέστερν, να σε σπρώχνει να φωνάζεις: Ω baby, δεν θα γονατίσω, δεν θα προδώσω!

Το σενάριο είναι το ήμισυ του παντός. Και κάτι παραπάνω. Το σενάριο πρέπει αμέσως να καταλάβει περίοπτη θέση στα μαθήματα κάθε σοβαρής κινηματογραφικής σχολής. Αν από την απονομή της 27ης Φεβρουαρίου δεν φύγει με το Όσκαρ, τότε όλοι μαζί οι ακαδημαϊκοί να παραδώσουν τα πτυχία τους και να υποστούν τη μεγαλύτερη ταπεινωτική τιμωρία. Κι αυτό γιατί ο Πολ Χάγκις τα κτίζει όλα από κάτω προς τα πάνω. Από τα ελάχιστα στα μέγιστα. Πίσω η φωνή του αφηγητή (του Μόργκαν Φρίμαν σε ρόλο πρώην πυγμάχου και νυν γυμναστή). Ό,τι λέει, στη συνέχεια αντιστρέφεται, μεταμορφώνεται και γκρεμίζεται. H αλήθεια προκύπτει από την πράξη, όχι από τα λόγια. H φωνή του Μόργκαν προέρχεται από τα φιλμ νουάρ του Τσάντλερ και του Χάμετ. Επομένως προσδιορίζει την παλιομοδίτικη «γεωγραφία» της, τους ηρωικούς χαρακτήρες της και την αδιαπραγμάτευτη ηθική τους. Σκοτεινή ιστορία φωτεινών, αλλά χαμένων ηρώων.

 Με τη σειρά: Σε προπονητικό κέντρο, ξεχασμένο από τον χρόνο και την τεχνολογία, ένας ψυχρός, αλύγιστος και βετεράνος της πυγμαχίας (Κλιντ Ίστγουντ) προπονεί επίδοξους πρωταθλητές. Κι ενώ είναι ο καλύτερος, ποτέ δεν καταφέρνει να οδηγήσει κανέναν μαθητή του μέχρι την κορυφή. Επομένως, είναι αποτυχημένος. Όχι μόνο στη δουλειά, αλλά και στην οικογένεια και στη θρησκεία. H κόρη του ουδέποτε απαντάει στα γράμματά του και στην εξώπορτα της εκκλησίας εξαγριώνει τον παπά της ενορίας, με ερωτήσεις που για κάθε δόγμα δεν έχουν απαντήσεις. Ώσπου μια μέρα, έτσι από το πουθενά, μια τριαντάχρονη σερβιτόρα από την επαρχία τον πλησιάζει και του λέει «μπος, θέλω να με αναλάβεις». Εκείνος ειρωνικά την προσπερνάει. Είναι μεγάλη, μικρόσωμη, άσχετη και κυρίως γυναίκα. «Κοριτσάκι», της απαντάει, «βρες άλλον να σου κάνει τη δουλειά».

H Χίλαρι Σουάνκ επιμένει. Το «αφεντικό» αρνείται, αλλά εκείνη συνεχίζει να γυμνάζεται και να προπονείται σχεδόν ξεχασμένη. Στο τέλος, επειδή όλα πάνω της - επιμονή, προσήλωση, ξεροκεφαλιά - του θυμίζουν τον εαυτό του, ο «μπος» υποχωρεί και για πρώτη φορά αναλαμβάνει μια γυναίκα. Ένα πλάσμα με κεραυνοβόλο δεξί αστροπελέκι, όπως του θρυλικού Σούγκαρ Ρέι. M' ένα χτύπημα μπαμ και κάτω. Ώσπου μέσα σε 18 μόλις μήνες από την ώρα που η σερβιτόρα εξήλθε στα ρινγκ και αφού προηγουμένως έχει κατατροπώσει σε όλους τους αγώνες με νοκ άουτ, βάζει υποψηφιότητα για τον θρόνο του πρωταθλητή. Αν νικήσει, εκτός από τον τίτλο θα κερδίσει και το παρατσούκλι million dollar baby. Ένα μωρό αξίας ενός εκατομμυρίου δολαρίων. Ασυγκράτητη η Μάγκι, υπερήφανος ο Φράνκι. Μια κόρη χωρίς πατέρα, ένας πατέρας χωρίς κόρη. Και να 'ναι μόνον αυτό!

Όλα αυτά που μοιάζουν συνηθισμένα και γνωστά, ροκανίζονται με πείσμα και μαθηματική ακρίβεια μαμουνιού. H ιεροτελεστία της σκωροφαγίας. Μπροστά στα μάτια σου να συντελούνται σκηνές πυγμαχικών αγώνων και πίσω ο «σκώρος» του Κλιντ Ίστγουντ να ροκανίζει το σύμπαν. Πρώτα απ' όλα η κωδικοποίηση των κανόνων της πυγμαχίας συνιστά στοιχειώδες μάθημα κοινωνικής αυτοπροστασίας. Δηλαδή το αλύπητο δεξί ντιρέκτ του baby δεν είναι τίποτε άλλο παρά η συμπύκνωση μιας ταξικής γροθιάς. Το μίσος της κοινωνικής ανισότητας ενσωματωμένο στη μικροσκοπική παλάμη μιας γυναίκας. Δεύτερον, ο άνθρωπος που τη γυμνάζει ώστε να μη βαράει στα τυφλά έρχεται από το σκοτάδι και από το πουθενά. Εννιά φορές στις δέκα ο Κλιντ «βγαίνει» από τη σκιά, γιατί αυτός ο ήρωας έρχεται από πολύ μακριά. Όσο συμπυκνωμένη είναι η δύναμη στη γροθιά της Μάγκι, άλλο τόσο συμπυκνωμένη από προγονικούς ήρωες του αμερικανικού σινεμά είναι η μοναχική διαδρομή του προπονητή.

Back Home Up Next