Back Up Next
Storytelling

ΗΠΑ, 2001. Σκηνοθεσία-σενάριο: Τοντ Σόλοντζ. Ηθοποιοί: Ρόμπερτ Γουίσντομ, Λίο Φιτζπάτρικ, Πολ Τζιάματι, Τζον Γκούντμαν. Διάρκεια: 87 λεπτά.

Το σχολείο και η οικογένεια είναι στο στόχαστρο της ταινίας αυτής του Σόλοντζ, ταινίας δοσμένης με ειρωνεία, σατιρική διάθεση και πάντα έξοχες ερμηνείες.

Με την αμερικανική κοινωνία και τη συμπεριφορά της καταπιάνεται και ο Τοντ Σόλοντζ στην ταινία του «Storytelling». Πρόκειται για δυο διαφορετικές ιστορίες (αρχικά επρόκειτο να γυριστούν τρεις) που μας παρουσιάζουν τα διάφορα «κακώς έχοντα» στην ευημερούσα κοινωνία της υπερατλαντικής δύναμης. Στην πρώτη, και πιο σύντομη, αν και καλύτερη από τις δύο, ιστορίες, έχουμε την ιστορία της σχέσης μαθητών με τον καθηγητή. Πρόκειται για μια τάξη λογοτεχνίας όπου οι μαθητές γράφουν διηγήματα που τα διαβάζουν στον βραβευμένο με Πούλιτζερ μαύρο καθηγητή τους. Ανάμεσά τους ένας ανάπηρος από εγκεφαλική παράλυση μαθητής που γράφει, σύμφωνα με ορισμένους, «σαν τον Φόκνερ» και σύμφωνα με άλλους, «για τα σκουπίδια», και μια ξανθιά μαθήτρια, πρώην φιλενάδα του ανάπηρου μαθητή, που παρασύρεται από τον καθηγητή στο διαμέρισμά του, όπου βιάζεται, και στη συνέχεια γράφει ένα διήγημα με βάση τη σκληρή σεξουαλική εμπειρία της.

Με χιούμορ αλλά και ειρωνεία, μ' ένα στιλ που κινείται ανάμεσα στον Γούντι Αλεν, τον Τζον Κασσαβέτη και τον Ντέιβιντ Λιντς, ο Σόλοντζ («Ευτυχία») καταγράφει την εκμετάλλευση των φοιτητών από απαθείς καθηγητές αλλά και τον έμφυτο ρατσισμό που συναντάμε σε μια φαινομενικά φιλελεύθερη νεολαία, μαζί και την επιδίωξη για μια «πολιτικά ορθή» συμπεριφορά, χωρίς να ξεχνάμε την ψευτο-κουλτούρα που διέπει ορισμένες κοινωνικές τάξεις. Κοινωνική κατάσταση που ο Σόλοντζ καταγράφει με αδρές, σίγουρες πινελιές, αποσπώντας έξοχες ερμηνείες από τους πρωταγωνιστές του.

Με έναν παρόμοιο, καυστικό ορισμένες φορές τρόπο αντιμετωπίζει και τη δεύτερη ιστορία του, που αναφέρεται στις σχέσεις οικογένειας και παιδιών. Πρωταγωνιστής, ένας ερασιτέχνης ντοκιμαντερίστας που αποφασίζει να καταγράψει τη μετά τη γενιά του '60 κατάσταση μιας σπουδαστικής νεολαίας, παίρνοντας ως πρότυπο ένα νεαρό εβραϊκής οικογένειας. Ο Σόλοντζ σατιρίζει εδώ ταινίες όπως το «American Beauty» (ακόμη και στο χαρτί που πετάει στον άνεμο), με τον ντοκιμαντερίστα να καταγράφει, ως σύγχρονος ηδονοβλεψίας, αναπάντεχες αλήθειες που τελικά αποδεικνύονται τραγικές.

 

Σφάζει με το μπαμπάκι

Ποιος φταίει; Οι γονείς! Το λέει και ο Λάρι Κλαρκ στον σοκαριστικό σκουπιδοτενεκέ με τίτλο «Οι νταήδες». Το λέει και ο σαρκαστικός Τοντ Σολντζ στο «Storytelling». Δεν μπορεί, θα τον θυμάστε από την «Ευτυχία». Από εκείνο το στριπτίζ μιας κοινωνίας που έκανε το «Αmerican beauty» να μοιάζει με Μίκι Μάους για νήπια. Δεν το είδατε; Χάσατε.

Το «Storytelling» όμως είναι το 1/3 της «Ευτυχίας». Και ούτε. Σαν δύο «επεισόδια» που δεν χώρεσαν και που έμειναν στα ράφια. Σαν τα απομεινάρια ενός εξαιρετικού σεναρίου. Κρίμα. Στο πρώτο «επεισόδιο» τα... κρεβατικά επεισόδια μιας όμορφης ξανθιάς. Στο δεύτερο τα σχέδια ενός φέρελπι σκηνοθέτη ντοκιμαντέρ που πάει κόντρα στους νεόπλουτους γονείς του. Αν οι σκηνές αυτής της ελλειμματικής ταινίας έχουν κάποια αξία, αυτή αναδύεται από το άρωμα μιας σπάνιας υποδόριας ειρωνείας. Τόσο σπάνιας που ακόμα και ο Γούντι Άλεν θα την ήθελε δική του. Με λίγα λόγια, όταν λέμε Τοντ Σολντζ εννοούμε ακριβώς αυτό: ο Αμερικανός που τους σφάζει με το μπαμπάκι!

Back Home Up Next