Back Up Next
Παρενέργειες

Side Effects

Η.Π.Α., 2013, Εγχρωμο Παραγωγή: Σκοτ Ζ. Μπερνς, Λορέντζο ντι Μποναβεντούρα, Γκρέγκορι Τζέικομπς Σκηνοθεσία: Στίβεν Σόντερμπεργκ Σενάριο: Σκοτ Ζ. Μπερνς Φωτογραφία: Στίβεν Σόντερμπεργκ Μοντάζ: Στίβεν Σόντερμπεργκ Μουσική: Τόμας Νιούμαν Πρωταγωνιστούν: Τζουντ Λο, Ρούνι Μάρα, Κάθριν Ζίτα-Τζόουνς, Τσάνινγκ Τέιτουμ Διάρκεια: 106'

Αποστασιοποιημένη γραφή, υπνωτική μουσική υπόκρουση και ένα ξύπνιο σεναριακό «αναποδογύρισμα» υποκαθιστούν τις ισορροπίες.

Η Έμιλι και ο Μάρτιν είναι ένα νέο, όμορφο κι ευκατάστατο ζευγάρι που ζει ονειρεμένη ζωή, μέχρι που ο Μάρτιν φυλακίζεται για αθέμιτη χρήση εμπιστευτικών πληροφοριών. Επί τέσσερα χρόνια η Έμιλι τον περιμένει υπομονετικά, αλλά κατά τη διάρκεια της απουσίας του πέφτει σε κατάθλιψη. Μετά από μια αποτυχημένη απόπειρα αυτοκτονίας, ένας ψυχίατρος καλείται να τη συμβουλεύσει. Θέλοντας απεγνωσμένα να αποφύγει τη νοσηλεία, συμφωνεί σε θεραπεία και αντικαταθλιπτικά, μια απόφαση που θα αλλάξει τις ζωές όλων των εμπλεκόμενων. Όταν εκείνη δεν θα παρουσιάσει καμιά βελτίωση, ο ψυχίατρος θα της παράσχει ένα νέο φάρμακο που θα την ηρεμήσει. Οι παρενέργειες όμως είναι τρομακτικές: γάμοι θα διαλυθούν, η καριέρα του γιατρού θα αποδεκατιστεί, κάποιος θα πεθάνει - ποιος είναι όμως ο υπεύθυνος; Συντετριμμένος ο γιατρός θα αναζητήσει απαντήσεις. Όταν βρει την αλήθεια, όμως, όλα όσα του έχουν απομείνει στη ζωή και την καριέρα απειλούνται να καταστραφούν. Με αυτή την ταινία ο Στίβεν Σόντερμπεργκ κλείνει την καριέρα του. Κρίμα, για πολλούς λόγους: ο κυριότερος είναι πως ο Αμερικανός σκηνοθέτης μάς ξάφνιαζε πάντα, αψηφώντας κατηγορίες και είδη, μοναδικό φαινόμενο για κινηματογραφιστή με Όσκαρ και παραγωγικότητα, έναν ανήσυχο μάστορα με βασικά «ανεξάρτητη», ανένταχτη ψυχή και πρόσκαιρο, αν και σφιχτό εναγκαλισμό στο χολιγουντιανό σύστημα. Οι Παρενέργειες είναι ακόμα μια επίδειξη άψογης τεχνικής. Το Μανχάταν στην ταινία είναι μπλε, οι χώροι είναι γκρι, η ψυχή της Έμιλι κατάμαυρη, ένα μυστήριο που μας παραπλανά με έναν τρόπο που παραπέμπει στον Χίτσκοκ και στα ’80s αφιερώματα σε αυτόν, όπως η Έξαψη του Κάσνταν και η Άκρη του Νήματος του Μάρκαντ. Ξεκινά ως υπαρξιακό δράμα με έγκλημα, συνεχίζει με μια περίεργη καταγγελία στα ψυχοφάρμακα και καταλήγει σε θρίλερ με μετατόπιση ενοχής, και μάλιστα σε τρία πρόσωπα, όπως συνήθιζε να κάνει ο δάσκαλος Χίτσκοκ.

Ένα πολυεπίπεδο θρίλερ! Ο ταλαντούχος δημιουργός Steven Soderbergh μας παραδίδει ένα ακόμη διαμάντι της τόσο παραγωγικής καλλιτεχνικής του πορείας. Μιας πορείας που κάθε τόσο ο σκηνοθέτης μας …. απειλεί ότι θα την τερματίσει μόνιμα ή προσωρινά! Η ταινία θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως «ψυχολογικό, φαρμακολογικό, Χιτσκοκικό θρίλερ» με ότι μπορεί να εκφράσει μια τόσο σύνθετη περιγραφή. Σύνθετη όπως και η ταινία που χάρις σε ένα καταπληκτικό σενάριο, συναρπάζει και καθηλώνει. Ένα σενάριο όπου κατορθώνει να λειτουργήσει γοητευτικά παραπλανητικά, κατευθύνοντας τον θεατή σε τελείως άλλη κατεύθυνση με αυτήν όπου τελικά οδηγείται η ταινία. Είναι σημαντικό να επισημανθεί ότι η ταινία εκτός από την δομή θρίλερ κατορθώνει να λειτουργήσει με ουσιαστικό περιεκτικό λόγο. Θέτοντας μια σειρά από σημαντικά και καυτά ζητήματα του καιρού μας, όπως ο πλουτισμός μέσα από την αθέμιτη χρήση πληροφοριών, η αλόγιστη χρήση, με πολυεπίπεδο ρίσκο των ασθενών,lifestyle φάρμακων αλλά και αντικαταθλιπτικών γενικότερα και κυρίως το τρομακτικό οικονομικό παιχνίδι της φαρμακευτικής έρευνας , αλλά και την φαρμακευτικής βιομηχανίας γενικότερα. Η δουλειά του Steven Soderbergh είναι πραγματικά γοητευτική σε κάθε επίπεδο και μας δίνει όλα θα στοιχεία εκείνα που έχουν κάνει τους θεατές να τοποθετήσουν την μέχρι σήμερα παραγωγή του στην θέση καταξίωσης στην οποία βρίσκεται. Όλα τα συνθετικά στοιχεία της ταινίας λειτουργούν αρμονικά, στην ποιότητα που έχουμε συνηθίσει από τον δημιουργό και οι ερμηνείες είναι πραγματικά πολύ καλές με κορυφαία του Jude Law στον πρωταγωνιστικό ρόλο.

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΕΠΙΣΗΜΟ ΔΙΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟ 63ο ΔΙΕΘΝΕΣ ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ ΒΕΡΟΛΙΝΟΥ 2013 ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΠΑΡΑΓΩΓΗ

Περίπου μια δεκαετία πριν, ο σεναριογράφος Σκοτ Ζ. Μπερνς πέρασε αρκετές εβδομάδες στην ψυχιατρική κλινική Μπελβού της Νέας Υόρκης. Ο Μπερνς που τότε έγραφε το σενάριο για την τηλεοπτική σειρά Wonderland, μιλούσε με τους ψυχιάτρους, τους ασθενείς, ακόμη και με εκείνους που είχαν εγκληματικό ιστορικό. «Ήταν μια από τις πιο συναρπαστικές ιστορίες της ζωής μου», θυμάται ο ίδιος. «Ήταν πραγματικά τρομακτικοί εγκληματίες.» «Ήταν όμως, και σοβαρά άρρωστοι, που δεν κατανοούσαν τους κανόνες της κοινωνίας, και δε θα ήταν ποτέ αναμενόμενο να συμβαδίσουν με αυτούς. » Η εμπειρία έμεινε για πάντα με τον Μπερνς. «Ήθελα να γράψω ένα νουάρ θρίλερ, όπως τα Double Indemnity ή Body Heat, με σκηνικό τον κόσμο της ψυχοφαρμακολογίας.» Ξεκίνησε να δουλεύει το σενάριο, που αργότερα θα ήταν το Side Effects με τη βοήθεια του Σάσα Μπάρντυ, Αναπληρωτή Διευθυντή της Εγκληματολογικής Ψυχιατρικής Κλινικής. «Η βοήθεια του ήταν πολύτιμη, γιατί η ταινία έπρεπε να είναι άμεσα συνδεδεμένη με την πραγματικότητα». Ο συνδυασμός του ταλέντου στην αφήγηση του Μπερνς και των γνώσεων του Μπάρντυ είχαν ως αποτέλεσμα ένα ανατριχιαστικό θρίλερ. «Μελετά την ιδέα του που τελειώνει η πραγματικότητα και ξεκινά η πνευματική ασθένεια», λέει ο Μπάρντυ. «Δεν ξέρεις αν τα πράγματα είναι όπως φαίνονται. Με την έννοια αυτή η ταινία έχει μια Χιτσκοκική αίσθηση. Και το τέλος είναι ένα πολύ καλό μάθημα». Καθώς δομούσε την αφήγηση του, ο Μπερνς έκανε εκτεταμένη έρευνα για τη χρήση των αντικαταθλιπτικών στη χώρα με τη βοήθεια του Μπάρντυ, οποίος κατέληξε να γίνει συμπαραγωγός στην ταινία. Ο Μπερνς βρήκε αποδείξεις ότι τα ίδια χάπια που χρησιμοποιούνται για την αντιμετώπιση της κατάθλιψης, του άγχους και άλλων ψυχολογικών παθήσεων, δημιουργούσαν ανεξήγητες συμπεριφορές σε ένα μικρό αλλά σημαντικό αριθμό ασθενών. Ευρέως συνταγογραφούμενα φάρμακα κατηγορούνται για εγκλήματα και ατυχήματα που εκτείνονται από τροχαία έως βίαιες επιθέσεις. Ένας άντρας στην Καλιφόρνια απαλλάχτηκε από τις κατηγορίες του για ένα τροχαίο δυστύχημα, γιατί βρισκόταν υπό την επήρεια υπνωτικού. Ένα πολύ συχνά συνταγογραφούμενο αντικαταθλιπτικό εμπλεκόταν επίσης σε ένα σοκαριστικό περιστατικό απαγωγής και βιασμού. Το ίδιο συναρπαστικές βρήκε διάφορες ιστορίες για ανάρμοστη συμπεριφορά καταξιωμένων γιατρών. «Υπήρχε μια ιστορία στις ειδήσεις κάποια στιγμή για έναν ψυχίατρο που προσπάθησε να προσλάβει έναν ασθενή του, για να σκοτώσει την ερωμένη του», λέει ο Μπερνς. «Όταν ο ασθενής πήγε στην αστυνομία δε τον πιστέψανε γιατί προφανώς ήταν τρελός. Αν και η ιστορία μας είναι πολύ διαφορετική από εκείνη, είναι γεμάτη ανατροπές, με τρόπο τέτοιο ώστε να αναρωτιέσαι συνεχώς τι συνέβη και ποιος λέει την αλήθεια». Ο παραγωγός Γκρέγκορι Τζέικομπς, που επίσης δούλεψε με τους Σόντερμπεργκ και Μπερνς στα Αληθοφανή Ψέματα και Contagion, επισημαίνει ότι οι Παρενέργειες είναι ίσως το πρώτο θρίλερ που ασχολείται με το θέμα αυτό. «Δεν είδα ποτέ κανέναν να μιλάει για τη φαρμακοβιομηχανία, τα αντικαταθλιπτικά και τα ηρεμιστικά που χρησιμοποιούνται κατά κόρον», αναφέρει. «Ταυτόχρονα είναι κι ένα πολύ ενδιαφέρον θρίλερ». Όσο εξελισσόταν το σενάριο, ο Μπερνς στράφηκε σε δύο πολύ έμπιστους συνεργάτες του: το βραβευμένο με Όσκαρ Στίβεν Σόντερμπεργκ και τον παραγωγό Λορένζο Ντι Μποναβεντούρα. «Ο Λορένζο με είχε προσλάβει να γράψω το Αληθοφανή Ψέματα για τη Warner Bros σε ένα καιρό που θεωρώ ότι δεν είχα τα φόντα να το κάνω. «Αλλά πίστεψε σε μένα και με εμπιστεύτηκε. Μόλις είχε ξεκινήσει την εταιρία παραγωγής του, οπότε τον κάλεσα πρώτο. Ήταν εκεί όταν η ταινία δεν είχε ακόμα στέγη. Ήταν ανοιχτός σε ιδέες. Είναι ο άντρας που έχει κάνει τεράστιες ταινίες αλλά του αρέσει και να πειραματίζεται». Ο Μποναβεντούρα στήριξε πλήρως την ταινία «Λάτρεψα την ιδέα ενός αυθεντικού θρίλερ». «Το Χόλυγουντ έχει εγκαταλείψει ελαφρώς το θέμα, οπότε είναι κάτι διαφορετικό για την αγορά. Δουλέψαμε μαζί. Ο Σκοτ έγραψε πάρα πολλά προσχέδια, αλλά έμεινε πιστός στην αρχική ιδέα. Ήταν μακρύς ο δρόμος, αλλά διασκεδαστικός». Την περίοδο που έγραφε τις Παρενέργειες, ο Μπερνς δούλευε με το Σόντερμπεργκ στα Αληθοφανή Ψέματα και το Contagion, οπότε ο σκηνοθέτης παρακολουθούσε από κοντά την εξέλιξη του. «Ο Σκοτ είναι πολύ έμπειρος στο να βρίσκει ενδιαφέροντα θέματα και να τα βάζει σε εμπορικό καλούπι», λέει ο Σόντερμπεργκ. «Μου αρέσουν οι ταινίες που προσπαθούν να κάνουν περισσότερα από ένα πράγματα ταυτόχρονα. Οι Παρενέργειες είναι ένα θρίλερ μεν, αλλά βασίζεται σε μια πραγματικότητα που αντικατοπτρίζει το σημερινό κόσμο. Εάν αυτό το αποδόσεις και με χάρη, το κοινό το εκτιμά πάντα». Ο Σόντερμπεργκ αναφέρει επίσης ότι ο Μπερνς είναι πολύ καλός σε αυτό που εκείνος αποκαλεί «μαθηματικά μιας ιστορίας». Πόσα στοιχεία χρειάζονται σε μια ταινία; Πως ικανοποιείς τις προσδοκίες του κοινού; Πώς αποφεύγεις τα κλισέ; «Είναι πολύ καλός στην αρχιτεκτονική, όπως και στο να δημιουργεί ενδιαφέροντες χαρακτήρες και σπουδαίους διαλόγους». Ο Μπερνς σχεδίαζε να σκηνοθετήσει ο ίδιος την ταινία αρχικά, αλλά μόλις πρότεινε ο Σόντερμπεργκ να το κάνει δε μπόρεσε να αρνηθεί. «Είχαμε την ίδια σκοπιά για την ταινία. Οποιαδήποτε άρνηση μου θα ήταν από εγωισμό, που δεν είναι βάσιμος λόγος για καλλιτεχνικές αποφάσεις. Σκέφτηκα απλά, τι θα ήταν καλύτερο για την ομάδα;» Ο Μποναβεντούρα επίσης υποστήριξε την αλλαγή στα σχέδια. «Ο Στίβεν δίνει μια μοναδική οπτική σε ό, τι κάνει», λέει. «Κάνει κάθε ταινία μοναδική, με το δικό της σύνολο δυνάμεων». «Ο Μπερνς και ο Σόντερμπεργκ είχαν ήδη αποδείξει τη δύναμη τους στα Αληθοφανή Ψέματα και το Contagion», προσθέτει. «ταιριάζουν. Οι ταινίες του Στίβεν πάντα έχουν ένα κοινωνικό σχόλιο. Αυτή η ιστορία είναι χτισμένη στην υποκειμενική έννοια ότι δεν ξέρουμε πραγματικά τι επίδραση έχουν αυτά τα φάρμακα πάνω μας, αλλά παρ’ όλα αυτά η κοινωνία μας τα έχει πλήρως αποδεχτεί. Το αφήνουμε στο θεατή να αποφασίσει στο τέλος αν τελικά είναι καλό ή κακό στο τέλος.» Αυτό είναι το βασικό ερώτημα που μένει στο θεατή με τις Παρενέργειες. «Πιστεύω ότι αυτό που είναι ελκυστικό σε ένα θρίλερ είναι ο ανθρωπισμός», αναφέρει ο Μπερνς. «αυτό που θέλαμε με το Στίβεν είναι να ταρακουνήσουμε το κοινό με βάση τις προσωπικές του εμπειρίες». Η ταινία έχει ως σκοπό πρώτα να ψυχαγωγήσει, και μετά να δημιουργήσει συζητήσεις. «Ελπίζουμε το κοινό να βγει από την αίθουσα και να πει «Δε το περίμενα αυτό», λέει ο Μποναβεντούρα. «Έπειτα θέλουμε να το προβληματίσει βαθιά το θέμα των φαρμακευτικών προϊόντων».

ΓΙΑΤΡΟΙ ΚΙ ΑΣΘΕΝΕΙΣ

Οι Παρενέργειες είναι από τους πρώτους ρόλους της Ρούνεϊ Μάρα από την υποψηφιότητα της για Όσκαρ για Το Κορίτσι με το Τατουάζ, που την κατέταξε στην πρώτη λίστα ηθοποιών του Χόλυγουντ. Ο Σόντερμπεργκ την ανακάλυψε όταν είδε το The Social Network. «Όταν ο Φίντσερ επέλεγε τους ηθοποιούς για Το Κορίτσι με το Τατουάζ, με ρώτησε πως θα μου φαινόταν η Μάρα για τον πρωταγωνιστικό ρόλο». «Ήμουν πολύ υποστηρικτικός, καθώς πίστευα ότι χρειαζόταν κάποια που να μην είναι πολύ αναγνωρίσιμη». «Είναι μία από τις καλύτερες ανερχόμενες ηθοποιούς, και το εύρος της είναι αδιανόητο», λέει ο Γκρέγκορι Τζέικομπς. «Είναι ιδιαίτερα χαρισματική και τέλεια για το ρόλο». Η Μάρα αναφέρει ότι βρίσκει το στόρι και το ρόλο της Έμιλυ καθηλωτικό. « Έπρεπε να το διαβάσω περισσότερες από μία φορές. Είναι έτσι δομημένο ώστε να πιστεύεις ότι τα πράγματα είναι μεν έτσι, αλλά να ανακαλύπτεις ότι είναι διαφορετικά αργότερα. Δε φτιάχνονται τέτοια θρίλερ πια. Αισθάνομαι ότι είναι κάτι σαν αφιέρωμα στις κλασικές ταινίες». «Η Έμιλυ είναι τόσο περίπλοκος και ενδιαφέρον χαρακτήρας», προσθέτει. «Δε διαβάζω πολλούς ρόλους για γυναίκες γραμμένους έτσι. Συνήθως είσαι η κοπέλα ή η σύζυγος, ένα συμπλήρωμα σε έναν αντρικό ρόλο. Όταν έρχεται μια πρόταση που έχει τόσα να σου προσφέρει είναι πραγματικά συναρπαστικό!» Η Έμιλυ εγκατέλειψε το Μίντγουεστ για τη Νέα Υόρκη με την ελπίδα να σπουδάσει γραφιστική, αλλά κατέληξε μπαργούμαν, εξηγεί ο Μπερνς. «Όταν γνωρίσει έναν πλούσιο άντρα της Γουόλ Στρητ, αποφασίζει να πάρει αυτό το τρένο. Αγαπάει πραγματικά το Μάρτιν, αλλά όταν προέρχεσαι από τόση ανασφάλεια και φόβο, η αγάπη βιώνεται πολύ διαφορετικά. Ο Μάρτιν της προσφέρει ασφάλεια. Μαγεύεται από αυτό, όπως εκείνος από την ομορφιά της και το μυστήριο της». Αυτός ο αέρας μυστηρίου φαίνεται να έρχεται φυσικά στη Μάρα, σύμφωνα με το συγγραφέα. «Υπάρχει κάτι πάνω της που σε κάνει περίεργο. Από την πρώτη στιγμή που γνωριστήκαμε, ήθελα να μάθω περισσότερα. Ο τρόπος που υποδύεται την Έμιλυ, σε κάνει να την ακούς προσεκτικά. Θέλεις να μάθεις τι γίνεται μέσα της. Μπορεί να είναι πολύ σέξι και πολύ επικίνδυνη συγχρόνως». Όταν ο Μάρτιν φυλακίζεται για διαρροή πληροφοριών, η Έμιλυ χάνει την ασφάλεια που ένοιωθε. «Ζούσαν σε ένα υπέροχο σπίτι, είχαν σκάφος, ήταν μια ζωή πληθωρική. Τώρα βρίσκεται σε ένα πολύ μικρό διαμέρισμα, που είναι πολύ πιο χαμηλά από αυτό που είχε. Πρέπει να δουλεύει καθημερινά. Πληρώνει μόνη τους λογαριασμούς της. Πρέπει να φροντίσει για τον εαυτό της». «Υποφέρει από άγχος και κατάθλιψη», λέει η Μάρα. «είναι πολύ μεγάλη η αλλαγή για εκείνη». Η ηθοποιός που κάνει μόλις τα πρώτα βήματα στο Χόλυγουντ, βρήκε την εμπειρία να δουλεύει με τον Σόντερμπεργκ μια πολύ ευχάριστη αλλαγή. «Ήταν τόσο λίγοι οι άνθρωποι, τόσο λίγος ο χρόνος που στήνανε, τόσα λίγα πλάνα. Ο Στήβεν ελέγχει κάθε γωνία στην ταινία του. Έχει ολοκληρωμένο όραμα στο μυαλό του για το αποτέλεσμα όταν φτάνει στο πλατώ». «Νομίζω ότι η Ρούνεϊ ήταν πολύ ενθουσιασμένη που θα υποδυόταν τις δύο όψεις ενός νομίσματος», λέει ο σκηνοθέτης. «Έχει αρκετό χιούμορ ώστε να εκτιμήσει τις σκοτεινά αστείες απόψεις από αυτό που της ζητούνταν να κάνει. Έκανε καταπληκτική δουλειά, ήξερε ακριβώς που έπρεπε να βρίσκεται σε κάθε δεδομένη στιγμή». «Ο Τζουντ Λο είναι πολύ γοητευτικός, και είναι απλά ο Τζουντ Λο», αναφέρει ο Μπερνς. «Έχει την εμφάνιση ενός σταρ, αλλά είναι και πολύ πειστικός ως επιστήμονας με ιδιόμορφο χαρακτήρα. Όσο προχωράει η σχέση του με την ασθενή του, η ζωή του κρέμεται από μια κλωστή και δε μπορεί να κάνει τίποτα για αυτό. Βρίσκεται σε ένα πολύ σκοτεινό μέρος». «Ο Τζουντ Λο είναι πολύ καλός στο να υποδύεται τον εμμονικό χαρακτήρα», αναφέρει ο Σόντερμπεργκ. Ο ίδιος βρήκε αμέσως το ρόλο αυτό πολύ ελκυστικό. «Ο χαρακτήρας μου βρίσκεται σε ένα σημείο της ζωής του όπου όλα φαίνονται να πηγαίνουν καλά: ένα υπέροχο σπίτι, μια όμορφη σύζυγος, οικογένεια, μια ανοδική καριέρα- τίποτα δε δείχνει αυτά που θα ακολουθήσουν». Ο Λο περιγράφει την ταινία ως ένα θρίλερ για ενήλικες με σκηνικό τον κόσμο της ψυχιατρικής και της φαρμακοβιομηχανίας. Προσθέτει: «αυτό που βρίσκω εξαιρετικά έξυπνο στο σενάριο είναι ότι δεν επιμένει ιδιαίτερα στο θέμα των φαρμάκων. Πρόκειται για έναν άνθρωπο που έχει να χάσει τα πάντα και τα χάνει. Έχει τόσες ανατροπές, και σίγουρα θα κάνει το κοινό να δημιουργεί σενάριο για το τι θα ακολουθήσει, και ίσως να το φέρει ξανά στην αίθουσα για να το ξαναδεί». Ο Τέιτουμ, συνεργάζεται για τρίτη φορά με το Στίβεν Σόντερμπεργκ. «Αρχικά φαντάστηκα το Μάρτιν μεγαλύτερης ηλικίας, αλλά ο Στίβεν θεώρησε ότι η ιστορία τους τότε θα ήταν όπως στη Λολίτα, και συμφωνήσαμε ότι δε το θέλαμε», λέει ο Μπερνς. Ο ρόλος είναι λίγο διαφορετικός από ότι έχει συνηθίσει μέχρι σήμερα ο Τέιτουμ. «Σκέφτηκα να του φορέσω κοστούμι για αλλαγή. Ήθελα να μιλάει διαφορετικά, και δούλεψε πολύ σκληρά για να το πετύχει. Ο Τσάνινγκ είναι πολύ ελκυστικός, και λειτουργεί πολύ καλά για το ρόλο», λέει ο Σόντερμπεργκ. Ο ίδιος ο Τέιτουμ δεν περίμενε να του ζητηθεί να ερμηνεύσει ένα κουστουμαρισμένο εγκληματία. «Κατάγομαι από το Νότο και σίγουρα δεν έχω σπουδάσει. Αλλά ο Στίβεν θεώρησε ότι θα έδινα άλλη οπτική στο χαρακτήρα, σε αντίθεση με κάποιον που έχει υποδυθεί τέτοιους ρόλους πολλάκις». Όποιος κι αν ήταν ο ρόλος, ο Τέιτουμ δηλώνει ότι θα το δεχόταν για να ξαναδουλέψει με το Σόντερμπεργκ. «Ο Στίβεν είναι ένας από τους εξυπνότερους, πιο δημιουργικούς και γνήσιους ανθρώπους που έχω γνωρίσει. Συνεννοούμαστε τόσο σε επίπεδο προσωπικό και καλλιτεχνικό που αν μου ζήταγε να υποδυθώ ένα δεύτερο σερβιτόρο θα το έκανα». Η βραβευμένη με Όσκαρ Κάθριν Ζέτα Τζόουνς, επίσης συνεργάζεται για Τρίτη φορά με το σκηνοθέτη. «Λάτρεψα την ιδέα της Κάθριν σε μια τέτοιου είδους ταινία», λέει ο σκηνοθέτης. «Εάν πρόκειται να κάνω ένα ψυχολογικό θρίλερ με φόντο τη Νέα Υόρκη, πρέπει οπωσδήποτε να είναι ένας από τους ανθρώπους σε αυτήν. Στην πραγματικότητα, την πρότεινε ο Σκοτ, και αμέσως σκέφτηκα γιατί δε το σκέφτηκα εγώ πρώτος». Σύμφωνα με τη Ζέτα-Τζόουνς, οι Παρενέργειες είναι το υλικό που μπορεί να αναδείξει το ταλέντο του Σόντερμπεργκ με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. « Πρόκειται για ένα πολύ καλογραμμένο σενάριο, με εξαιρετικούς διαλόγους και πλοκή, και κοινωνικό σχολιασμό. Έχω διαβάσει πολλά σενάρια, και τις περισσότερες φορές γνωρίζω τι πρόκειται να συμβεί. Αλλά με αυτό, δεν ήξερα. Το μυστηριώδες παιχνίδι μεταξύ του χαρακτήρα μου και του Τζουντ Λο είναι πολύ συναρπαστικό».

Back Home Up Next