Back Up Next
Τελευταίες μέρες

Τελευταίες μέρες

Last Days. ΗΠΑ, 2005. Σκηνοθεσία-σενάριο: Γκας βαν Σαντ. Ηθοποιοί: Μάικλ Πιτ, Λούκας Χάας, Ασία Αρζέντο, Σκοτ Γκριν. 97 λεπτά.

Η τραγική πορεία ενός μουσικού (βασισμένη στη μορφή του Κερτ Κομπέιν) προς το θάνατο σε μια ελεγειακή, συγκινητική, πανέμορφη ταινία.

Στην τραγική μορφή του μουσικού Κερτ Κομπέιν, αρχηγού της μπάντας Νιρβάνα, που πριν από περίπου δέκα χρόνια αυτοκτόνησε, βασίστηκε τη φορά αυτή ο Γκας βαν Σαντ για την ταινία του αυτή. Η ταινία καταγράφει τις τελευταίες μέρες του Μπλέικ, όπως ονομάζει τον ήρωά του (ο Μάικλ Πιτ σε μια μινιμαλιστική ερμηνεία που σε αγγίζει από την πρώτη στιγμή) σ' ένα απόμερο παλαιικό σπίτι, κρυμμένο σ' ένα δάσος κοντά σ' ένα ρυάκι.

Αρχικά να διασχίζει αυτό το δάσος σαν χαμένος, μουρμουρώντας ακαταλαβίστικα βλέπουμε τον Μπλέικ, που φτάνει τελικά στο σπίτι για να απομονωθεί σ' ένα από τα πολλά του δωμάτια, όπου περιφέρονται οι συνεργάτες του μουσικοί. Οι σκηνές που ακολουθούν είναι άλλοτε σε φλας μπακ (που αναφέρονται μόνο σε ορισμένες ώρες πριν) κι άλλοτε οι ίδιες σκηνές ιδωμένες από την πλευρά ενός άλλου χαρακτήρα, κάπου κάπου διανθίζοντάς τες με χιουμοριστικά, σχεδόν σουρεαλιστικά, στιγμιότυπα (όπως εκείνο των δύο νεαρών Μορμόνων που έρχονται για να μιλήσουν στους μουσικούς για το Ευαγγέλιο ή εκείνο του ντετέκτιβ που περιγράφει την ιστορία ενός μάγου που άρπαζε σφαίρα στον αέρα με τα δόντια του).

Μέσα από το παζλ αυτό, ο Βαν Σαντ δημιουργεί σταδιακά και με γνώση το πορτρέτο του μοναχικού, απελπισμένου, οδηγημένου σε αδιέξοδα, παρασυρμένου στο θάνατο από τα ναρκωτικά, ήρωά του. Με λιτότητα, μέσα από σιωπές, με την κάμερα ν' ακολουθεί τον Μπλέικ στις μελαγχολικές περιπλανήσεις του σ' ένα μουντό τοπίο που τονίζει τα δικά του συναισθήματα, σε μια ατμόσφαιρα σχεδόν εφιαλτική (χάρη σ' ένα μεγάλο βαθμό στην έξοχη φωτογραφία του Χάρις Σαββίδη), ο Βαν Σαντ καταγράφει την (τραγική συχνά) πορεία του ήρωά του, φτιάχνοντας μια έξοχη, ελεγειακή ταινία, πολύ κοντά τόσο στο «Gerry» (το άλλο μινιμαλιστικό έργο του) όσο και στο «Elephant».

Πεθαίνοντας σαν ροκ!

Φουλ οι μηχανές της ατμομηχανής με κατεύθυνση... Tαινιοθήκη και απαιτητικό κοινό και με τετραμελές πλήρωμα θανάτου. Έτσι ακριβώς. Θάνατος οι σχέσεις, θάνατος το παρελθόν, θάνατος η χώρα, θάνατος στο ροκ. Βest picture by far «Tελευταίες μέρες» του Γκας Bαν Σαντ!

 Αντέχετε; Και να μην αντέχετε εγώ θα το πω. Το «Last days» του Γκας Βαν Σαντ είναι το εμβληματικό μπλουζ της εποχής μας. Ως εξής: Αυτοκτονούμε χωρίς λογική αιτία. Πεθαίνουμε χωρίς την παραμικρή βοήθεια. Και όσο ζούμε, υπάρχουμε μόνο σαν ανταλλακτική αξία. Νέοι καθόλου αθώοι. Νέοι διακορευμένοι, νέοι εντελώς στραγγισμένοι. Νέοι με χρήμα και φήμη, αλλά εντελώς άδειοι, χωρίς όνειρο, κουράγιο και ελπίδα. Τελευταίες μέρες, δηλαδή πεθαίνοντας σαν ροκ!

Προκαταρκτικά δύο χρήσιμες και εντελώς απαραίτητες πληροφορίες. Πρώτο, το «Last days» είναι το φινάλε, το τρίτο μέρος της τριλογίας θανάτου του Γκας Βαν Σαντ. Με πρώτο το «Gerry», όπου δύο νέοι Αμερικανοί, περπατώντας σε μια έρημο χωρίς ίχνος σταγόνας νερού και φαγητού, χάνουν τον προσανατολισμό τους και την ύπαρξή τους. Και με δεύτερο τον «Ελέφαντα» όπου δύο δεκαπεντάχρονοι ζωσμένοι με όπλα ορμούν και σκοτώνουν το... μισό σχολείο. Και στις τρεις περιπτώσεις ο θάνατος προκαλείται από εξωφρενικά, παράλογα αίτια. Έτσι φαίνεται αλλά δεν είναι!

Δεύτερη, απαραίτητη, πληροφορία. Το τρίτο μέρος της τριλογίας είναι αφιερωμένο στην «αυτοκτονία» με πλάγια αναφορά στον Κερτ Κομπέιν, ψυχή των «Nirvana», από τα σπουδαιότερα ροκ συγκροτήματα της περασμένης δεκαετίας. Τηρουμένων των αναλογιών, ο αυτόχειρας, ξανθός... Χριστός, είναι το ισοδύναμο ενός Σιντ Βίσιους και ενός Τζιμ Μόρισον. H ποιοτική, καταλυτική διαφορά είναι πως αυτοί πίστεψαν, αναλώθηκαν, «έφυγαν», ενώ ακόμα και ο Μπομπ Ντίλαν, στην καμπή της καριέρας του, γονάτισε, μετανόησε, σταυροκοπήθηκε. Δικαίωμα στη ζωή αυτός, δικαίωμα στον θάνατο εκείνοι. Οι ιπτάμενοι, πέραν των άκρων και των ορίων. H μελαγχολία τους δεν ήταν πόζα, στυλ και μόδα. H μελαγχολία του Κερτ Κομπέιν και κάθε Κομπέιν είναι κληρονομική. Ο πατροπαράδοτος δυτικός ρομαντισμός. Μεταφρασμένος στο ροκ, είναι ο ομφάλιος λώρος που συνδέει την ποίηση του εφήμερου με τον μουσικό του εφήμερου. H στιχουργική και η μουσική κομμάτια και θρύψαλα της ψυχή τους.

 H αυτοκτονία του Κομπέιν ήταν προαποφασισμένη από την «κατάστασή» του. Ο θάνατός του το πιο «ζωντανό», εκκωφαντικό σχόλιο πάνω στη δυτική, μουσική, κουλτούρα. H πτώση και η εγκατάλειψη από συνεργάτες και φίλους, από τις πιο οδυνηρές σελίδες αδιαφορίας, ατομικισμού, αφασίας και πωρωμένου αυτισμού. Γι' αυτό οι εναπομείναντες «Nirvana», κουβέντα δεν ήθελαν ν' ακούσουν για την ταινία. Γι' αυτό αρνήθηκαν να εκχωρήσουν έστω και μία νότα. Γι' αυτό ο Γκας Βαν Σαντ καταφεύγει στο επίθετο «Μπλέικ», δάνειο από το ελεγειακό γουέστερν του Τζιμ Τζάρμους «Dead» (Νεκρός) με τον Τζον Ντεπ και έναν Ινδιάνο που μόλις τον αντικρύζει με μια φράση προαναγγέλλει την κατάληξή του Λευκού: «White man you are a dead man» (Λευκέ άνθρωπε είσαι ένας νεκρός άνθρωπος). Το αυτό ισχύει και για τον Κομπέιν. Με Ινδιάνο τον αόρατο - και πίσω από τον φακό - Γκας Βαν Σαντ και με Λευκό και Dead man τον Μπλέικ (Μάικλ Πιτ)!

Προσέξτε τώρα πως λειτουργεί η «στιχουργική» και η «μουσική» αυτού του επιθανάτιου κομματιού που έγραψε και σκηνοθέτησε ο διαβολεμένος Γκας Βαν Σαντ, αντιγράφοντας τις απλές «γραμμές» ενός σπαρακτικού μπλουζ με επαναλαμβανόμενες στροφές γύρω από το ίδιο μοτίβο. H γεωγραφία πηγαινοέρχεται μεταξύ ειδυλλιακής φύσης και του εσωτερικού ενός παλιού αρχοντικού. Ο «νεκρός» να επαναλαμβάνει τις ίδιες κινήσεις - από μέσα προς τα έξω και από έξω προς τα μέσα - αλλά κάθε τόσο να πέφτει, να παραπαίει, να γλιστράει, να γκρεμίζεται και να οδεύει προς την Αχερουσία χωρίς βοήθεια καμία. Το ανθρώπινο περιβάλλον να καταναλώνεται στην ίδια ευτελή, νοσηρή τελετουργία, ναρκωτικών και οργίων ενώ παράλληλα οι ατζέντηδες να τηλεφωνούν και να εκλιπαρούν μπας και ο σταρ συμφωνήσει με τις ημερομηνίες για μια περιοδεία με αρκετό χρήμα.

Όμως η μεγάλη ανατριχίλα προκαλείται από τη σχέση του αυτόχειρα με τους ήχους και το περιβάλλον. Με κατεβασμένους τους διακόπτες, με ψιθύρους ασυναρτησίας, με κινήσεις ύστατης απελπισίας. Όσο το μπλουζ γλιστράει και η φωνή παραμορφωμένα τραγουδάει, τόσο οι χορδές της κιθάρας κόβονται μία μία αποσυνδέοντας τον πρωταγωνιστή από τη ζωή. H σκηνή νεκροταφείο. Τα ρακένδυτα ρούχα του το σάβανο της συμφοράς του. Τα σκουπίδια της τροφής του τα βρώμικα κόλλυβά του. Τα δύο κομμάτια που πριν από το τέλος του αυτοσχεδιάζει, σαν μοναχικό μοιρολόι μοιάζει. Κανείς δεν ακούει, κανείς δεν προσέχει, κανείς δεν βλέπει, κανείς δεν σπεύδει. Όλοι οι ζωντανοί χορτάτοι από το αίμα και το σώμα του νεκρού. Μόνος στο νεκροταφείο της σκηνής. Μόνος τού απέραντου σταδίου θεατής. Μόνος ποιητής, μόνος εκτελεστής, μόνος θεατής. Is anybody out there; Κανείς. Άκρα του τάφου σιωπή!

ΥΓ: Μόνο για πληροφορημένους, οπλισμένους, ταγμένους θεατές. Οι άλλοι παρακαλώ να το προσπεράσουν!

Back Home Up Next